Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ - online παζλ

Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ

Τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ (αγγλικά: Palace of Westminster) ή αλλιώς το Βρετανικό Κοινοβούλιο, είναι ο χώρος συνεδρίασης των δύο σωμάτων του κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου—της Βουλής των Λόρδων και της Βουλής των Κοινοτήτων. Βρίσκονται στη δυτική όχθη του ποταμού Τάμεση , στην καρδιά της πόλης του Ουεστμίνστερ, η οποία είναι ένας από τους 32 δήμους του Λονδίνου (αγγλική: London boroughs). Βρίσκονται κοντά στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ και τα κυβερνητικά κτίρια του Ουάιτχολ και της Οδού Ντάουνινγκ. Το όνομα μπορεί να αναφέρεται σε δύο κτίσματα: τα Παλαιά Ανάκτορα, ένα μεσαιωνικό οικοδομικό σύμπλεγμα και το μεγαλύτερο μέρος του οποίου καταστράφηκε το 1834, ή στο σύμπλεγμα που τα αντικατέστησε, τα "Νέα Ανάκτορα", τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα. Είναι αξιοσημείωτο ότι έχει διατηρηθεί το αρχικό αρχιτεκτονικό τους ύφος αλλά και η αρχική τους λειτουργία ως βασιλικής οικίας για τελετουργικούς σκοπούς.

Τα πρώτα βασιλικά ανάκτορα χτίστηκαν στον ίδιο χώρο τον 11ο αιώνα και αποτελούσαν τον κύριο τόπο κατοικίας των Άγγλων μοναρχών μέχρι το 1512, οπότε μια πυρκαγιά κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος τους. Στη συνέχεια αποτέλεσαν την έδρα του Κοινοβουλίου, το οποίο συνεδρίαζε εκεί ήδη από τον 13ο αιώνα καθώς και του Βασιλικού Δικαστηρίου, το οποίο κατά περιόδους έδρευε είτε μέσα είτε γύρω από την Αίθουσα του Ουεστμίνστερ. Το 1834, μία ακόμη μεγαλύτερη πυρκαγιά κατέστρεψε το ανακατασκευασμένο Κοινοβούλιο και τα μόνα σημαντικά κτήρια που διασώθηκαν ήταν η Αίθουσα του Ουεστμίνστερ, οι Εσωτερικές Αυλές του Ναού του Αγίου Στεφάνου, το Παρεκκλήσιο της Παναγίας της Κρύπτης και ο Πύργος των Κοσμημάτων.

Ο διαγωνισμός που ακολούθησε για την ανακατασκευή των Ανακτόρων κατακυρώθηκε στον αρχιτέκτονα Τσαρλς Μπάρρυ και το σχέδιό του για ένα κτίριο ορθογώνιου Γοτθικού ρυθμού. Ό,τι απέμεινε από τα Παλαιά Ανάκτορα, με την εξαίρεση του Πύργου των Κοσμημάτων, ο οποίος αποτελούσε ξεχωριστό τμήμα, ενσωματώθηκε στο πολύ μεγαλύτερο κτιριακό σύμπλεγμα που τα αντικατέστησε, το οποίο περιλαμβάνει πάνω από 1100 δωμάτια, που ακολουθoύν μια συμμετρική διάταξη γύρω από μια σειρά αυλών. Μέρος του χώρου των 3,24 εκταρίων που κατέλαβαν τα Νέα Ανάκτορα αποκτήθηκε μέσω προσχώσεων του Τάμεση, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η κεντρική πρόσοψη μήκους 265,8 μέτρων, επί του ποταμού. Ο Μπάρι βοηθήθηκε από τον Αύγουστο Ο. Ν. Πιούτζιν, μία ηγετική μορφή της Γοτθικής αρχιτεκτονικής, ο οποίος συνέβαλε μέσω σχεδιασμού των διακοσμητικών στοιχείων και της επίπλωσης των Ανακτόρων. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1840 και διήρκεσε τριάντα χρόνια, αφού υπήρξαν μεγάλες καθυστερήσεις και προβλήματα χρηματοδότησης, καθώς και η απώλεια των δύο αρχιτεκτόνων που είχαν τεθεί επικεφαλής του έργου. Οι εργασίες που σχετίζονταν με την εσωτερική διακόσμηση συνεχίστηκαν με διακοπές μέχρι και τον 20ό αιώνα. Από τότε έχουν πραγματοποιηθεί μεγάλες εργασίες συντήρησης λόγω των επιπτώσεων από τη μόλυνση της ατμόσφαιρας του Λονδίνου, ενώ εκτενή βελτιωτικά έργα έλαβαν χώρα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, συμπεριλαμβανομένης της ανακατασκευής της Αίθουσας των Κοινοτήτων η οποία είχε βομβαρδιστεί το 1941.

Τα Ανάκτορα είναι ένα από τα κέντρα της πολιτικής ζωής του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο όρος Ουεστμίνστερ έχει γίνει συνώνυμο της Βουλής του Ηνωμένου Βασιλείου και το σύστημα διακυβέρνησης Ουεστμίνστερ έχει λάβει το όνομά του από αυτά. Επιπλέον, ο Πύργος του Ρολογιού των Ανακτόρων, ο οποίος έχει γίνει γνωστός ως "Μπιγκ Μπεν" από το όνομα της μεγαλύτερης καμπάνας στο εσωτερικό του, αποτελεί το σήμα κατατεθέν του Λονδίνου και κατ' επέκταση του Ηνωμένου Βασιλείου και είναι ένα από τα δημοφιλέστερα τουριστικά αξιοθέατα της πόλης. Τα ανάκτορα του Ουεστμίνστερ είναι καταχωρημένα ως Κτήριο Πρώτου Βαθμού στον Κατάλογο Κτηρίων Ειδικής Αρχιτεκτονικής ή Ιστορικού Ενδιαφέροντος ήδη από το 1970 (πρόκειται για έναν κατάλογο που περιλαμβάνει προστατευόμενα από τον νόμο κτήρια στο Ηνωμένο Βασίλειο) ενώ συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO από το 1987.

το μάτι του Λονδίνου παζλ online από φωτογραφία